21 Νοεμβρίου 2024

Ο χώρος της τέχνης, ο δικός σου χώρος!

468χ60 ROAS

Η συγγραφέας Τίνα (Κωνσταντίνα Τασσοπούλου) «εξομολογείται» στο artistbook.gr

Τη λένε Τίνα, παρόλο που στα επίσημα χαρτιά που έχουν επινοήσει οι μεγάλοι άνθρωποι για να υπάρχει τάξη στην κοινωνία αναγράφεται ως Κωνσταντίνα Τασσοπούλου. Η Τίνα λοιπόν είναι μια κοπέλα που επικοινωνεί με τον κόσμο μέσα από τις ιστορίες που γράφει. Ιστορίες για μικρούς και για μεγάλους. Ιστορίες για ανθρώπους που τους αρέσουν τα ταξίδια, τα μακρινά και τα κοντινά.

Η Τίνα έχει παιδική ψυχή, δεν είναι παιδί όμως, φοράει κοντές φούστες και κραγιόν στα χείλη της. Η Τίνα έχει ευαίσθητη ψυχή και έχει πολλές απορίες για τη ζωή. Βλέπει τα πράγματα με διαφορετικό τρόπο, το ξέρει και έτσι καταγράφει τα πράγματα που βλέπει σε κόλλες, ώστε να τα καταλάβουν και οι άλλοι. Η Τίνα δεν είναι από άλλον πλανήτη, απλώς έχει πολλές ανησυχίες, ίσως περισσότερες από τους άλλους. Η Τίνα ταξιδεύει πολύ κι ας μην έχει απομακρυνθεί πολύ από τη γειτονιά της. Το μυαλό της συνέχεια περιηγείται σε κόσμους μακρινούς, όπου βρίσκει απαντήσεις στα ερωτήματά της. Τις απαντήσεις αυτές τις καταγράφει και τις αποτυπώνει. Στους μεγάλους αρέσουν τα ερωτήματα που θέτει και οι απαντήσεις που βρίσκει. Έτσι, της ζητούν να βάλει τις κόλλες σε μια σειρά, να τις δέσει και να τις μοιράσει στον κόσμο… και με αυτό τον τρόπο οι λέξεις που έχει γράψει τις διαβάζουν πολλοί άνθρωποι, που έχουν, ίσως, τα ίδια ερωτήματα και που ψάχνουν απαντήσεις. Στον κόσμο των μεγάλων, οι άνθρωποι σαν την Τίνα λέγονται συγγραφείς και οι δεμένες κόλλες λέγονται βιβλία. Συνήθως, οι συγγραφείς είναι πολύ δημοφιλείς και αυτό διότι με τις λέξεις που γράφουν κάνουν τον κόσμο να γελά, να κλαίει, να αναρωτιέται, να συζήτα, να αναζητά, να ψάχνει, να απορεί, να ανακαλύπτει και να ταξιδεύει. Πολλές φορές μάλιστα ο κόσμος γίνεται καλύτερος αφού έχει διαβάσει τα βιβλία τους…Την Τίνα τη συναντήσαμε με σκοπό να μας μιλήσει για τη σχέση της με τις λέξεις, με τα βιβλία, με τις απορίες της, για τις απαντήσεις που έχει βρει και για τις πρόσφατες δεμένες κόλλες που έγιναν βιβλίο και που λέγεται: «Το καλοκαίρι του Ευκλείδη». Μας λέει ότι είναι έτοιμη και πατάμε rec:

Τίνα, είσαι αισιόδοξη;
-Γενικότερα είμαι αισιόδοξη, για δικά μου πράγματα, αλλά και για την Ελλάδα. Απλά είναι η πρώτη φορά που δεν ξέρω τι ξημερώνει αύριο. Είναι ίσως η πιο δύσκολη περίοδος για όλους μας, διότι δεν υπάρχει ένας συγκεκριμένος εχθρός. Υπάρχει κάτι πολύ θολό. Επίσης, μας έχουν «πετσοκόψει» το όνειρο, ο περισσότερος κόσμος δεν κάνει πλέον όνειρα. Σκεφτόμαστε πως θα κολυμπήσουμε και πως να βγούμε ζωντανοί και μετά… βλέπουμε.

Μήπως τελικά οι εχθροί είμαστε εμείς οι ίδιοι;
-Μπορεί. Είμαι υπέρ αυτού και συμφωνώ. Σε σχεδόν όλα τα πράγματα είμαστε εμείς η αιτία, είτε είναι ένα θέμα προσωπικό, είτε είναι μια σχέση που δεν πήγε καλά, είτε είναι η δουλειά. Πρώτα κοιτάς μέσα σου τι φταίει σε σένα και μετά τριγύρω.

Άρα δεν πιστεύεις σε θεωρίες συνομωσίας;
-Όχι. Την ακούω τη συγκεκριμένη άποψη, αλλά δεν μπορώ να πω ότι πιστεύω. Είμαι λίγο αργή στις κρίσεις μου, δηλαδή, μαζεύω απόψεις, σκέψεις και τα βάζω όλα σʼ ένα τσουβάλι και μετά από καιρό μπορεί να γίνει κάτι και να πω: «Αυτό κουμπώνει έτσι, εκείνο κουμπώνει αλλιώς». Και στις ανθρώπινες σχέσεις μου λειτουργώ έτσι. Δεν είναι ότι ακούω για θεωρίες συνομωσίας και πέφτω με τα μούτρα υποστηρίζοντας τέτοιες απόψεις. Κάθομαι, αφουγκράζομαι, καταπίνω ώρες, μέρες, μήνες. Δεν είμαι σίγουρη λοιπόν γιʼ αυτό που με ρωτάς, δεν με πείθει.

Δηλαδή, δεν θα σε δούμε εύκολα στην πλατεία να φωνάζεις…
-Όχι, περνάω από την πλατεία σχεδόν κάθε μέρα, αλλά δεν θα μείνω να φωνάξω. Δεν τους αδικώ, δεν είμαι ενάντια. Δεν μπορώ να πω όμως ότι είμαι ξεκάθαρα υπέρ. Πραγματικά νοιώθω ότι είμαι μέσα σε ένα τρένο και βλέπω προς τα που κατευθύνεται. Όχι ότι δεν θέλω να συμμετέχω, αλλά δεν ξέρω αυτή τη στιγμή τι πρέπει να κάνω. Πάντως δεν θεωρώ ότι πρέπει να κάνω κάτι διαφορετικό από αυτό που κάνω τώρα. Να προσπαθώ δηλαδή να επιβιώσω και να κάνω τη δουλειά μου σωστά. Δεν θα σταματήσω να γράφω παρά μόνο αν μου κόψεις το κεφάλι και δεν μπορώ να σκεφτώ πλέον. Οπότε, τί μπορώ να κάνω σε μια τέτοια περίοδο; Να λέω τις απόψεις μου, να δημιουργώ όνειρα σε ένα βιβλίο, να συνεχίσω να γράφω για παιδιά. Μπορεί από την άλλη να δυσκολευτώ περισσότερο στο να βρω εκδότη, μπορεί να βάλω χρήματα για να βγάλω ένα βιβλίο, αλλά δεν θα σταματήσω να κάνω τα πράγματα που κάνω. Οπότε συνεχίζω την πορεία μου, αν κάποια στιγμή κληθώ να διαλέξω ένα δρόμο θα το δω τότε. Αυτή τη στιγμή τί να δω; Μου φαίνονται όλα πάρα πολύ θολά.

Πάντως έχεις ένα όπλο στα χέρια σου. Έχεις σκεφτεί ότι γράφοντας μπορείς να κάνεις κάτι παραπάνω;
-Να γράφω, αυτό. Δεν μου έχει βγει το να γράψω κάτι που να έχει πολιτική χροιά, αποτυπώνω πράγματα που συμβαίνουν γύρω μου, αλλά γενικώς μέχρι στιγμής αυτό που με συγκινεί είναι να αποτυπώνω συναισθήματα. Βέβαια κάποια στιγμή μπορεί να γράψω για ένα δυνατό συναίσθημα που «είδα» σε μια σκηνή στην πλατεία και να το αποτυπώσω, αλλά δεν σημαίνει αυτό ότι θα γίνω Ρίτσος ή Θεοδωράκης και θα αρχίσω να γράφω πολιτικοποιημένα.

ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΑΠΟ… ΚΟΥΝΙΑ

Πότε γεννήθηκε η σχέση σου με τη συγγραφή;
-Νομίζω ότι υπήρχε πάντα. Από τότε που θυμάμαι, κι ας ακούγεται κλισέ, ήθελα να γράφω, είτε μια μικρή ιστορία, είτε ένα μικρό θεατρικό δρώμενο.

Και τί έκανες;
-Έγραφα μικρές ιστορίες με ήρωες τα μέλη της οικογένειάς μου. Έβλεπα και παρατηρούσα τους χαρακτήρες τους και από εκεί αντλούσα στοιχεία και έγραφα αστείες ιστορίες, τις οποίες και έστηνα. Κάποια στιγμή είπα στο εαυτό μου: «Γράφεις, τολμάς να παρουσιάζεις τα γραπτά σου στον κόσμο και φαίνεται ότι αρέσουν. Τότε γιατί να μην το κάνεις και να το πας κάπου…;». Πήγα λοιπόν στον Καστανιώτη και αυτό διότι είχα «σατανικό» σχέδιο…

Δηλαδή…;
-Είχα πει στον εαυτό μου: «Δεν θα πας σε “μικρούς” εκδοτικούς οίκους. Θα ξεκινήσεις από τους “μεγάλους” και θα αρχίσεις να κατεβαίνεις». Πήγα λοιπόν στον Καστανιώτη και μετά από ένα μικρό χρονικό διάστημα με πήραν τηλέφωνο και μου είπαν: «Ελάτε να υπογράψετε». Έτσι, το 2004 εκδόθηκε το πρώτο μου παιδικό βιβλίο, το «Αριθμούπολη». Από το πρώτο βιβλίο λοιπόν μέχρι το δεύτερο δεν ήξερα ακριβώς που βάδιζα, είχα πολλές αμφιβολίες, πολλά ερωτήματα. Όταν βγήκε το βιβλίο «Τα κοινόχρηστα», κατάλαβα πλέον τι θέλω να κάνω στη ζωή μου.

Γράφεις καθημερινές ιστορίες, διαβάζοντας όμως τα βιβλία σου καταλαβαίνει κανείς ότι γράφεις πολύ προσωπικά, τί εννοώ; Είσαι τόσο πολύ μέσα στις ιστορίες σου που κανείς μπορεί να σου πει ότι σε ξέρει. Δεν αφήνεις κανένα πέπλο μυστηρίου για το ποιος και πως είναι ο συγγραφέας.
-Κοίτα, δεν γράφω αστυνομικό μυθιστόρημα, δεν γράφω δράση, δεν περιγράφω μελοδραματικές ιστορίες, άρα, δεν είναι η δράση αυτό που με ενδιαφέρει, αποτυπώνω συναίσθημα. Συμφωνώ με την άποψη ότι δεν μπορείς να αποτυπώσεις κάτι που δεν έχεις ζήσει. Δεν μπορώ να περιγράψω ένα καλοκαίρι στο Μεξικό, μπορώ να περιγράψω κάτι που είδα σε κάποια ταινία για ένα καλοκαίρι στο Μεξικό, αλλά μέχρι εκεί. Το να αποτυπώσεις συναισθήματα δεν είναι εύκολο, δεν είναι «ήταν δυο τύποι, καλή ώρα, σʼ ένα τραπέζι και μιλούσαν», εμένα με ενδιαφέρει να βγάλω στο χαρτί το συναίσθημα ανάμεσα στους χαρακτήρες, ώστε να αισθανθεί ο αναγνώστης ότι τους ξέρει. Άρα, είναι δυνατόν να μην έχω βιώσει τα πράγματα που γράφω; Κι αν δεν τα έχω βιώσει εγώ η ίδια, θα είναι πράγματα που έχω δει ή έχω παρακολουθήσει από πολύ κοντά. Προτιμώ λοιπόν να περιγράφω δυνατά συναισθήματα και να τα παρουσιάζω «ωμά», χωρίς κανένα πέπλο μυστηρίου.

Δεν σε προβληματίζει αν ο κόσμος δεν κατανοήσει εν μέρει τι γράφεις, όταν το κάνεις σε τόσο προσωπικό ύφος;
-Όχι, αυτό που είναι να το πιάσει θα το πιάσει. Αυτό δεν σημαίνει ότι γράφω για πέντε ανθρώπους. Πάντως, μέχρι στιγμής άνθρωποι που έχουν διαβάσει «Το καλοκαίρι του Ευκλείδη» μου έχουν πει ότι τους κέρδισε από τις πρώτες σελίδες, ότι τα συναισθήματα που αποτυπώνω περνούν, ότι συγκινήθηκαν, γέλασαν, θυμήθηκαν πράγματα από τα δικά τους καλοκαίρια. Αυτά τα συναισθήματα, τα αληθινά, τα δικά μου, θέλω να περάσω στα γραπτά μου και δεν με φοβίζει καθόλου να «ξεσκεπάζομαι» και για να είμαι ειλικρινής δεν πιστεύω ότι το κάνω, για μένα σημαίνει ότι αυτά τα πράγματα τα έχω δουλέψει, έχουν πάρει μορφή. Την ψυχοθεραπεία μου την έχω κάνει γράφοντας. Μου έχουν πει πολλοί άνθρωποι: «Παιδί μου, τέτοιο ξεγύμνωμα ψυχής, είναι δύσκολο να το κάνεις». Εμένα μου αρέσει όμως.

ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΤΟΥ ΕΥΚΛΕΙΔΗ ΚΑΙ ΤΗΣ ΤΙΝΑΣ

Μιλώντας για το πρόσφατο βιβλίο της «Το καλοκαίρι του Ευκλείδη», τη ρωτήσαμε:

Γιατί Ευκλείδης;
-Κατʼ αρχάς έπρεπε να εξυπηρετήσει το τέχνασμα που ήθελα, να είναι ο Ευκλείδης της αρχαιότητας, των αξιωμάτων, των θεωρημάτων κλπ. Ήθελα να υπάρχει ένα παιχνίδι ανάμεσα σʼ έναν Ευκλείδη του σήμερα και τον Ευκλείδη του χθες.

Και γιατί ο ήρωας είναι αγοράκι κι όχι κοριτσάκι;
-Στο βιβλίο «Τα κοινόχρηστα» υπήρχε ηρωίδα ένα κοριτσάκι και έτσι δεν ήθελα να επαναληφθώ, οπότε έπρεπε να είναι αγόρι. Τώρα, η αφορμή της ιστορίας του βιβλίου είναι λίγο «χαζή»: Όταν μικρή ταξίδευα στην Εθνική Οδό, μου έκανε εντύπωση μια ταμπέλα σε μια γέφυρα που περνούσαμε και που έγραφε «Ευκλείδης». Η εταιρεία λοιπόν που είχε κατασκευάσει τη γέφυρα λεγόταν «Ευκλείδης». Δεν μπορώ να σου περιγράψω το συναίσθημα και την εικόνα όταν έβλεπα την ταμπέλα, το όνομα Ευκλείδης περιπλανιόταν συνέχεια στη ζωή μου, στο σπίτι ερχόταν το μαθηματικό περιοδικό «Ευκλείδης», άρα η αφορμή ήταν η συνεχής παρουσία του ονόματος στη ζωή μου.

Πάντως, παρόλο που για τον ήρωα του βιβλίου ο Ευκλείδης είναι κάτι πολύ μεγάλο, πολύ σημαντικό, μερικές φορές του πηγαίνει κόντρα.
-Στο τέλος του πηγαίνει κόντρα, σε όλα τα θεωρήματα, σε όλο το βιβλίο δηλαδή δεν το κάνει. Μόνο στο τελευταίο κεφάλαιο λέει: «… να μπορέσω να βρω τελικά αυτό που είμαι. Και που είναι μεγαλύτερο όλων. Κι ας λέει ο Ευκλείδης ό,τι θέλει. Κι εγώ Ευκλείδης είμαι». Στα άλλα θεωρήματα αφήνει ένα παράθυρο ελάχιστα ανοικτό, αλλά ευθεία αντεπίθεση κάνει μόνο στο τέλος.

Τα τσιγάρα που μιλούν; Αναφέρεσαι σε τόσες διαφορετικές μάρκες σε ένα τόσο μικρό βιβλίο.
-Σε μπέρδεψαν…;

Όχι, πιστεύω ότι τα τσιγάρα είναι άνθρωποι που καπνίζουν τις συγκεκριμένες μάρκες.
-Είναι ένας άνθρωπος. Είναι ο θείος Παύλος, ο οποίος αν παρατηρήσεις δεν μιλά ποτέ ο ίδιος, πάντα μιλά το τσιγάρο. Έχεις δει κάτι τύπους που έχουν συνέχεια ένα τσιγάρο κρεμασμένο στο στόμα; Τέτοιος είναι ο θείος Παύλος. Όταν τον ακούς νομίζεις ότι μιλά το τσιγάρο και όχι ο ίδιος. Ήθελα αυτό να περιγράψω, έναν άνθρωπο που καπνίζει συνέχεια. Να δείξω ότι καπνίζει πολλές μάρκες, διότι ο ίδιος δεν έχει αποφασίσει ποια μάρκα θέλει. Επίσης, κάθε φορά που μιλά ένα τσιγάρο γαυγίζει ο Σάντρο, ο σκύλος που ήταν πάντα μαζί του.

Καπνίζεις;
-Δεν έχω ιδέα από τσιγάρα, δεν έχω κάνει ποτέ τζούρα. Για τις μάρκες ρώτησα στα καφενεία όπου συχνάζω…

Είχες ποτέ σκύλο;
-Ποτέ. Δεν είχα ιδιαίτερη σχέση με τα ζώα, τα αγαπώ, αλλά δεν θα μπορούσα να έχω δικό μου κατοικίδιο. Δεν ξέρω αν είμαι ευθυνόφοβη ή κουρασμένη, αλλά δεν θα ήθελα να έχω τέτοιες δεσμεύσεις. Δεν θέλω να έχω την έννοια ότι συγκεκριμένη ώρα πρέπει να κάνω κάτι, ήδη το πρόγραμμά μου είναι γεμάτο με την εργασία μου, το γράψιμο και το σπίτι μου, δεν θέλω να έχω άλλες υποχρεώσεις. Θέλω με το λίγο ελεύθερο χρόνο που διαθέτω να είμαι εγώ, να μην έχω κανένα άγχος, να μην πρέπει να τρέχω. Είμαι ήδη προγραμματισμένη εκεί που πρέπει που δεν θέλω να φορτωθώ άλλα.

Μέχρι που θέλει να ταξιδεύσει ο Ευκλείδης;
-Παντού. Θα ήθελα πολύ να μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες. Το όνειρό μου και ο στόχος μου είναι να μεταφραστούν τα βιβλία μου, αυτά που ήδη έχω γράψει κι αυτά που θα γράφω, και να αρχίσουν να ταξιδεύουν στο εξωτερικό.

Γιατί τώρα νοιώθεις αυτή την ανάγκη;
-Νοιώθω ότι με το «Καλοκαίρι του Ευκλείδη» έκλεισε ένας κύκλος. Μόλις πήρα το βιβλίο στα χέρια μου κατάλαβα ότι μια περίοδός μου είχε κλείσει. Δεν μπορώ να το εξηγήσω.

Ένας λογοτεχνικός κύκλος, ένας προσωπικός κύκλος…;
-Ίσως ένας κύκλος μέσα μου. Τα βιβλία που έχω γράψει μέχρι τώρα ήταν πράγματα που είχα μέσα μου και έπρεπε να βγουν. Τα πράγματα που γράφω σε αυτά τα βιβλία έχουν να κάνουν με την παιδική ηλικία. Σαν να έπρεπε να γραφούν και να κλείσουν, ώστε να μπορέσω να προχωρήσω με άλλα πράγματα, να κάνω άλλα βήματα. Αυτό δεν σημαίνει αναγκαστικά ότι θα γράφω διαφορετικά.

Μήπως ενηλικιώθηκες;
-Δεν ξέρω, ωραίο είναι αυτό που λες. Μέσα μου νοιώθω ότι η μισή Κωνσταντίνα είναι ένα παιδί κι η άλλη μισή είναι πιο ώριμη από την ηλικία της.

Πιστεύω πάντως ότι για να γράφεις παιδικά βιβλία πρέπει να είσαι παιδί. Να έχεις μια, ίσως εμφανή, παιδικότητα.
-Είμαι αληθινά παιδί. Νοιώθω ότι είμαι ένα παιδί που δεν χόρτασε πολλά πράγματα και γιʼ αυτό εξακολουθεί να υπάρχει αυτή η παιδικότητα μέσα μου. Δεν είναι τυχαίο ότι με τα παιδιά συνεννοούμαι χωρίς να καταβάλω καμία προσπάθεια, είναι κάτι που βγαίνει αβίαστα. Με τα παιδιά μιλούμε την ίδια γλώσσα. Γιʼ αυτό σου λέω ότι η μισή Κωνσταντίνα είναι ένα παιδί κι η άλλη μισή είναι πιο ώριμη από το μέσο τριαντάρη, ίσως και πιο κουρασμένη, όχι πάντως στην περίοδο που ζει.

Μήπως η πιο ώριμη Κωνσταντίνα θα είναι το θέμα του επόμενου κύκλου;
-Μπορεί.

Διαβάζοντας τα γραπτά σου, κατάλαβα ότι παίζεις με τις λέξεις, εκεί που γράφεις: «γύρισε η γιαγιά από το μάρκετ», πετάς ένα, «γαύγισε ο σκύλος». Πώς το εξηγείς αυτό;
-Μου αρέσει πολύ και γίνεται αβίαστα. Αυτό γινόταν πάντα στο μυαλό μου, μου άρεσε πάντα το παιχνίδι με τις λέξεις. Μπορώ να σου πω ότι είμαι τυχερή, διότι μεγάλωσα σε ένα περιβάλλον όπου οι άνθρωποι αγαπούσαν πολύ τις λέξεις. Ο πατέρας μου διαβάζει πολύ λογοτεχνία, πολύ ποίηση. Η μητέρα μου πρόσεχε πάντα την ομιλία της, τις εκφράσεις της, ακόμα και τα σημειωματάκια που μου άφηνε πάνω στο ψυγείο ή πάνω στο γραφείο μου ήταν πολύ προσεγμένα. Ήταν σαν μικρά έργα τέχνης. Θέλω να πω ότι τις λέξεις τις προσέχαμε και έτσι τις αγάπησα.

Είναι ταλέντο βέβαια να παίζεις με τις λέξεις; 
-Πιστεύω ότι όποιο ταλέντο σου δίνει ο Θεός εξωτερικεύεται χωρίς προσπάθεια. Μου έχουν πει πολλά μπράβο για τη δουλειά μου, αλλά εγώ πραγματικά νοιώθω φορέας. Δεν καταβάλω τεράστιες προσπάθειες για να γράψω. Είναι σαν να γράφει κάποιο θεϊκό χέρι. Τη λέξη έμπνευση την κατανοώ πλήρως, είναι σαν να σου έρχεται μια πνοή και σε καθοδηγεί προς τα πού πρέπει να βαδίσεις. Πραγματικά πιστεύω ότι οι άνθρωποι που δημιουργούν δεν είναι μόνοι τους, υπάρχει πάντα μια παρουσία γύρω τους που τους καθοδηγεί.

Από την ιστοσελίδα σου, από τον τρόπο με τον οποίο είναι κατασκευασμένη κατάλαβα αρκετά πράγματα για τον εαυτό σου, για το παιχνίδι που αναφέρεσαι.
-Ναι, είναι ένα παιχνίδι, η ιστοσελίδα μου είναι ένα παιχνίδι, η επαγγελματική μου κάρτα είναι ένα παιχνίδι. Θέλω το παιχνίδι, αλλά ταυτόχρονα, εκεί που διασκεδάζεις με τις λέξεις σου «πετάω» κάτι πολύ σκληρό. Η ζωή δεν είναι έτσι; Δεν είναι μόνο χαρές, όλα τα συναισθήματα είναι ανακατεμένα και απρόβλεπτα. Τη μια στιγμή γελάς και την άλλη κλαίς.

Από τα λεγόμενα σου καταλαβαίνω ότι πιστεύεις στο Θεό.
-Ναι, είμαι κάτω από Αυτόν, πιστεύω ότι έχει απέραντη καλοσύνη. Δεν μου αρέσει ο καθολικός Θεός, διότι Τον παρουσιάζουν σαν τιμωρό, σαν κάτι επιβλητικό με την κακή έννοια, Τον φοβάσαι στο τέλος. Μου αρέσει ο τρόπος με τον οποίο πιστεύουμε εδώ. Μου αρέσει να πηγαίνω στις εκκλησίες των νησιών και να ανάβω κεριά. Εκεί νοιώθεις ότι ο Θεός είναι κοντά σου, ότι για να Τον αισθανθείς δεν χρειάζονται μεγαλοπρεπείς ναοί.

Στην καθημερινότητά σου χωράει η εκκλησία;
-Ναι, θα ξεκινήσω την ημέρα μου ανάβοντας ένα κερί στην εκκλησία της ενορίας μου.

Για ποιόν ή για ποιούς είναι το κερί;
-Τα τελευταία χρόνια το κερί είναι για τη μητέρα μου και για μένα. Αυτό δε σημαίνει ότι δεν έχω άλλους κοντινούς μου ανθρώπους στη σκέψη μου.

Στα βιβλία σου δεν έχω διαπιστώσει αυτή την θρησκευτική σου πλευρά. Ίσως όχι τόσο έντονα.
-Τη διακωμωδώ αυτή την πλευρά, την περνάω μέσα από τα μάτια μικρών παιδιών. Από τον τρόπο που αντιλαμβάνονται το θείο, την θρησκεία, την εκκλησία.

Έχεις δηλαδή μια καλλιτεχνική αίσθηση για την θρησκεία;
-Είτε πιστεύει κανείς είτε δεν πιστεύει, θεωρώ ότι πολλά πράγματα που συμβαίνουν στην θρησκεία είναι τέχνη. Τη Μεγάλη Εβδομάδα πολλοί άνθρωποι, ακόμα και για κοινωνικούς λόγους, παρακολουθούν τις εκδηλώσεις που πραγματοποιούνται. Δεν είναι σαν να κλείνεις εισιτήριο για να δεις κάποια παράσταση; Οι ψαλμοί δεν είναι ποίηση; Απλά πιστεύω ότι οι άνθρωποι πρέπει να είναι ελεύθεροι για να καταλάβουν μερικά πράγματα.

Πώς βλέπεις τον εαυτό σου σε δέκα χρόνια; Να γελά, να κλαίει, να γελά και να κλαίει;
-Δεν ξέρω, δεν έχω αυτού του είδους διαίσθηση. Θα ήθελα να με βλέπω με πολλά βιβλία. Θα ήθελα να με βλέπω με τα βιβλία μου στο εξωτερικό. Δεν θα ήθελα όμως να με βλέπω διαφορετικά από αυτό που είμαι τώρα, σε καθημερινό επίπεδο εννοώ. Θα ήθελα να μένω σε ένα απλό και μικρό σπίτι, όπως το σπίτι στο οποίο μένω τώρα. Να έχω τους φίλους μου. Δεν θα ήθελα να παντρευτώ ή να κάνω παιδιά.

Λίγο αντιφατικό δεν είναι το ότι γράφεις για παιδιά και δεν θέλεις να κάνεις δικά σου παιδιά;
-Ναι. Κοίτα, το να ασχολούμαι με παιδιά σε επαγγελματικό επίπεδο δεν εμπεριέχει την ευθύνη της ανατροφής ενός παιδιού. Θέλω να γράφω για παιδιά και θέλω να είναι κοντά μου, αλλά αυτό είναι τελείως διαφορετικό από το να φεύγω από τη δουλειά τρέχοντας για να καλύψω τις ανάγκες ενός παιδιού. Η ευθύνη είναι πολλή μεγάλη και ο χρόνος που πρέπει να διαθέσεις τεράστιος. Δεν θα ήθελα να διακόψω το γράψιμο επειδή πρέπει να αναθρέψω ένα παιδί. Πιστεύω ότι ο καθένας έχει ένα ρόλο στη ζωή του και ο δικός μου ρόλος δεν είναι να γίνω μητέρα.

Είσαι ένας αισιόδοξος άνθρωπος. Θα ήθελα να στείλεις ένα μήνυμα αισιοδοξίας στους αναγνώστες μας αυτές τις δύσκολες μέρες που περνούμε σαν χώρα.
-Τί να πω; Εγώ ακόμα και στις πιο δύσκολες συνθήκες της ζωής μου ταυτόχρονα έκλαιγα και γέλαγα. Χαμογελώ που έχω τα δυο μου πόδια και μπορώ να περπατώ. Πιστεύω ότι η ζωή και η ευτυχία δεν είναι αν θα μου έρθουν καλά πράγματα, αλλά η στάση που θα κρατήσω στα πράγματα που θα μου έρθουν.

Ευχαριστώ πολύ.

www.artistbook.gr

12/7/2011

Δείτε επίσης

Νέο τραγούδι, με τίτλο “Τα φύλλα που’ χω στα μαλλιά”, από τον τραγουδοποιό Γιάννη Αδάμο.

Πρόκειται για ένα μελωδικό single που θυμίζει Ανατολή  και μας ταξιδεύει από το πρώτο άκουσμα προς στην αγαλλίαση τής ψυχής.Με στίχο γροθιά στο στομάχι, όπως μας έχει συνηθίσει ο Γιάννης Αδάμος, μας μιλάει για την δύναμη της αγάπης αλλά και την αρμονία του έρωτα.Το λαούτο συνυπάρχει με την ακουστική κιθάρα και το μπεντίρ χορεύει με […]

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Μετάβαση στο περιεχόμενο